Απουσία ολοκληρωμένου συστήματος υπηρεσιών ψυχικής υγείας και παροχής εξειδικευμένων υπηρεσιών, επιβαρυμένες δημόσιες ψυχιατρικές κλινικές, κενά στη χρηματοδότηση και ελλείψεις προσωπικού εντόπισαν οι Γιατροί του Κόσμου κατά την υλοποίηση του προγράμματος ψυχικής υγείας «Open Minds».
Σύμφωνα με τα στοιχεία της οργάνωσης η χώρα διαθέτει μόλις 19 διαθέσιμες ψυχιατρικές κλίνες ανά 100.000 κατοίκους, την ώρα που ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 73 κλίνες, αλλά και σε μια εποχή που οι Γιατροί του Κόσμου διαπιστώνουν αυξημένη ζήτηση υπηρεσιών ψυχικής υγείας στην Ελλάδα λόγω της οικονομικής και προσφυγικής κρίσης των τελευταίων χρόνων.
Το πρόγραμμα «Open Minds: Προωθώντας την ψυχική υγεία και την ευεξία στην κοινότητα» ξεκίνησε να υλοποιείται από τον Ιανουάριο του 2018 και θα συνεχιστεί και το 2019. Στόχοι του είναι η αντιμετώπιση των προβλημάτων ψυχικής υγείας ευάλωτων πληθυσμών, όπως άποροι Έλληνες, πρόσφυγες, μετανάστες, Ρομά, παρέχοντάς τους πρόσβαση σε ψυχική και κοινωνική υποστήριξη, η συλλογή δεδομένων μέσω των οποίων θα αναδειχθούν οι αδυναμίες του εθνικού συστήματος παροχής υπηρεσιών ψυχικής υγείας στην Ελλάδα και η ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των φορέων ψυχικής υγείας για την επίτευξη περισσότερων αποτελεσμάτων.
Όπως επισήμανε σε σχετική συνέντευξη Τύπου ο πρόεδρος της οργάνωσης, Νικήτας Κανάκης, πρόκειται για την εκκίνηση της δημόσιας συζήτησης για την ψυχική υγεία. Ο ίδιος εξήγησε ότι οι Γιατροί του Κόσμου ξεκινούν να κάνουν ερευνητικά προγράμματα για να έχουν «τα θεωρητικά εργαλεία που θα μας κάνουν πιο χρήσιμους στους ασθενείς μας» και ανακοίνωσε τη δημιουργία ερευνητικού ινστιτούτου «για να δώσουμε φωνή στους ασθενείς μας».
Τα αποτελέσματα της πρώτης φάσης υλοποίησης του προγράμματος «Open Minds» από τον Ιανουάριο ως τον Σεπτέμβριο του 2018 παρουσιάστηκαν σήμερα κατά τη συνέντευξη Τύπου. Οι δράσεις έγιναν σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, όπου 757 άτομα έλαβαν υπηρεσίες ψυχικής υγείας. Συνολικά πραγματοποιήθηκαν 3.934 συνεδρίες σε ενήλικες και παιδιά. Το 71% των ωφελούμενων ζει σε επισφαλείς και προσωρινές συνθήκες ή είναι άστεγοι. Μόλις το 29% ανέφεραν ότι έχουν αυτόνομη διαβίωση, «ωστόσο πολλοί ντρέπονται να πουν ότι είναι άστεγοι», όπως εξήγησε ο επιχειρησιακός διευθυντής της οργάνωσης, Αναστάσιος Υφαντής.
Οι ωφελούμενοι ήταν Έλληνες ασθενείς «που τίθενται αργά και σταθερά εκτός συστήματος», όπως σχολίασε ο κ. Κανάκης, και πρόσφυγες «που κουβαλάνε τραύματα και έχουν πολλά προβλήματα». Συγκεκριμένα, οι κύριες χώρες καταγωγής των ωφελούμενων ήταν η Συρία (20%), η Ελλάδα (17%), το Ιράκ (14%), το Ιράν (9%) και το Αφγανιστάν (9%). Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, το γεγονός ότι το 42% των ασυνόδευτων παιδιών που ζουν στον ξενώνα της οργάνωσης παρουσιάζουν διαταραχές ψυχικής υγείας.
Μεταξύ των ασθενών που είδαν ψυχίατρο το 22% αντιμετώπισε σοβαρό καταθλιπτικό επεισόδιο, το 18% διαταραχή ματατραυματικού στρες και το 5% σχιζοφρένεια. Οι ωφελούμενοι αναφέρουν το άγχος, την ανασφάλεια και την απογοήτευση όταν τους ρωτά κανείς για την κατάσταση της ψυχικής τους υγείας. Βασικές ανάγκες, που συχνά αδυνατούν να καλυφθούν, όπως η σωματική υγεία, η στέγαση, η διατροφή, η εκπαίδευση και η επαγγελματική αποκατάσταση έχουν ως αποτέλεσμα συχνά να βιώνουν καταθλιπτικά συναισθήματα.
Οι Γιατροί του Κόσμου ζητούν τη δημιουργία νέων μονάδων ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, με έμφαση στην ενίσχυση των προληπτικών πρωτοβάθμιων κοινοτικών υπηρεσιών ψυχικής υγείας, την παροχή συστηματικής ψυχιατρικής παρακολούθησης στους ασθενείς και όχι αποσπασματικών παρεμβάσεων και την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης του συστήματος υγείας με βελτιωμένη παροχή υπηρεσιών.