Δεν χωρεί αμφιβολία ότι η αναγγελία από τον πρωθυπουργό της αναθεώρησης του Συντάγματος δεν είναι παρά ένας ακόμη επικοινωνιακός ελιγμός από αυτούς που συνηθίζει ο κ. Τσίπρας. Υπ’ αυτήν την άποψη είναι ενδεχομένως δικαιολογημένη η όποια δυσπιστία της συντριπτικής πλειοψηφίας του πολιτικού κόσμου για τις αγαθές, υποτίθεται, προθέσεις της κυβέρνησης όσον αφορά τον επίσης υποτιθέμενο εκσυγχρονισμό του Καταστατικού Χάρτη της χώρας.
*του Νίκου Σίμου
Με την εμπειρία άλλων πολιτικάντικων ελιγμών του κ. Τσίπρα πρέπει να αδιαφορήσει ο πολιτικός κόσμος για τις όποιες προτάσεις του αν οι προτασεις αυτές δεν καταλήγουν σε ένα νέο και σύγχρονο Σύνταγμα, το οποίο:
(α) θα εξουδετερώνει τις αγκυλώσεις που διαπιστώνονται στη λειτουργία της Πολιτείας,
(β) θα κατοχυρώνει το δημοκρατικό μας Πολίτευμα έναντι οιωνδήποτε πολιτικών παιγνιδιών σε βάρος των θεσμών
(γ) θα εκσυγχρονίζει, επί τη βάσει των ευρωπαϊκών προτύπων, αναχρονιστικές διατάξεις που αποτελούν τροχοπέδη στην ανάπτυξη της χώρας. Όπως λ.χ. η αδυναμία να λειτουργήσουν και στη χώρα μας ξένα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα, με συνέπεια μεγάλη διαρροή συναλλάγματος και εγκεφάλων στο εξωτερικό. Ή όπως οι στρεβλές απόψεις στο θέμα της προστασίας του περιβάλλοντος και της οικιστικής ανάπτυξης..
(δ) θα ενισχύει το κύρος και την αξιοπιστία του πολιτικού κόσμου και των κομμάτων, έτσι ώστε να εξουδετερωθούν όλες οι πιθανότητες πολιτικής επιρροής, από πλευράς οικονομικών παραγόντων και να σταματήσει η λαϊκή δυσπιστία, καλώς ή κακώς, ως προς την ακεραιότητα των πολιτικών μας. Σ’ αυτό θα φροντίσουν, ασφαλώς οι διατάξεις για το πόθεν έσχες των βουλευτών, για τις δαπάνες και τα έσοδα των κομμάτων, για το ασυμβίβαστο των βουλευτών και την ασυλία τους καθώς και για την ποινική ευθύνη των υπουργών.
Πέραν των ανωτέρω στόχων, ο νέος Καταστατικός Χάρτης θα πρέπει να αναπροσδιορίζει και τα όρια των αρμοδιοτήτων, των κατά τα άλλα ανεξαρτήτων Εξουσιών. Έτσι ώστε ούτε να δυσχεραίνει, για λόγους περιστασιακών σκοπιμοτήτων, η μία την άλλη στην άσκηση των καθηκόντων της, αλλά και ούτε να υπάρχει σύγκρουση Εξουσιών, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά την ομαλή λειτουργία του δημοκρατικού μας Πολιτεύματος.
Εκείνο που πρέπει να έχει υπ’ όψιν ο συνταγματικός νομοθέτης, για να αποφύγει τα σφάλματα του παρελθόντος είναι:
Π ρ ώ τ ο ν ότι το περιεχόμενο του Καταστατικού Χάρτη της χώρας (που θα ψηφιστεί, βεβαίως, από την επόμενη Βουλή) πρέπει να εξασφαλίζει και τη διάρκειά του έτσι ώστε να σταματήσει το φαινόμενο των συχνών αναθεωρήσεων, που δεν απαντώνται σε καμία άλλη χώρα. Συγχρόνως οι προβλέψεις του θα πρέπει να τύχουν ιδιαιτέρας προσοχής έτσι ώστε να μη παρατηρούνται οι ατέλειες που κατέστησαν αναγκαίες τις κατά καιρούς αναθεωρήσεις του Καταστατικού Χάρτη.
Δ ε ύ τ ε ρ ο ν με το νέο Σύνταγμα πρέπει να καλύπτονται μόνο οι βασικές και απαρέγκλιτες αρχές λειτουργίας του Πολιτεύματός. Αντιθέτως, η προσαρμογή του στην εξέλιξη των πραγμάτων, των αναγκών και των κοινωνιών, πρέπει να γίνεται για λόγους ευελιξίας, μέσα από νομοθετικές ρυθμίσεις, χωρίς να ανατρέχουν οι κυβερνήσεις στο Σύνταγμα και να διαπιστώνουν την ύπαρξη εμποδίων για τις αναγκαίες προσαρμογές.
Τ ρ ί τ ο ν και σημαντικότερο, πρέπει να εξασφαλισθεί η μακροβιότητα του νέου Καταστατικού Χάρτη, όπως προαναφέρθηκε. Οι δε βουλευτές, όλων των κομμάτων, να μη βλέπουν τις αναθεωρητέες διατάξεις μέσα από το πρίσμα του στενού προσωπικού οφέλους, διότι ένα σύγχρονο πολιτικό σύστημα δεν είναι για να εξυπηρετεί τους πολιτικούς αλλά το κράτος και τον λαό του.