Τετάρτη, 18 Ιουνίου 2025
32 C
Athens

Βέλγος καθηγητής: “Εμμονή” η ελληνικότητα του Μεγ. Αλέξανδρου, καταπιεσμένη η “μακεδονική μειονότητα”

Τις διάφορες διαστάσεις του μακεδονικού ζητήματος και τα λάθη που σύμφωνα με την άποψή του έχουν διαπράξει ιστορικά τα εμπλεκόμενα μέρη (Ελλάδα, πΓΔΜ και Βουλγαρία) επιχειρεί να αναλύσει σε άρθρο γνώμης του στη La Libre Belgique ο καθηγητής σύγχρονης ιστορίας στο Πανεπιστήμιο ULB των Βρυξελλών Pieter Lagrou, ο οποίος αναφέρει χαρακτηριστικά ότι η διαμάχη γύρω από την ονομασία ‘Βόρεια Μακεδονία’, η οποία, ανατρέποντας κάθε προγνωστικό, εγκρίθηκε την περασμένη Παρασκευή από το Κοινοβούλιο των Σκοπίων, μοιάζει με χορό γύρω από ένα τεράστιο κενό στην ιστορική συνείδηση.

Ο αρθρογράφος, ο οποίος μαζί με τον Έλληνα συνάδελφό του από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, Γιώργο Αντωνίου, και τριάντα περίπου φοιτητές τους βρέθηκαν στα Σκόπια την εβδομάδα μετά το δημοψήφισμα, υποστηρίζει ότι, από την ελληνική πλευρά, η αναφορά στην ελληνικότητα του μακεδονικού βασιλείου του Μεγάλου Αλεξάνδρου αποκαλύπτει μία εμμονή, σημειώνοντας ωστόσο ότι, ακόμα κι αν αποτελεί αντικείμενο συζήτησης η ελληνικότητα του Αλεξάνδρου και του πατέρα του, αυτοί δεν ήταν σε καμία περίπτωση Σλάβοι, ενώ, σύμφωνα με Σκοπιανό οπαδό του μποϊκοτάζ του δημοψηφίσματος, η κυβέρνηση της πΓΔΜ ξεκίνησε την επιχείρηση διεκδίκησης της κληρονομιάς της Αρχαίας Μακεδονίας ως αντίποινα στην Ελλάδα, λόγω του βέτο που αυτή έθεσε το 2008 για την προσχώρηση της χώρας στο ΝΑΤΟ.

Ο μακεδονικός εθνικισμός τόσο στους κόλπους του σερβικού και μετέπειτα γιουγκοσλαβικού κράτους όσο και στο ελληνικό κράτος, συνεχίζει το δημοσίευμα, γεννήθηκε ουσιαστικά από την αδυναμία της Βουλγαρίας να ενώσει τους Σλάβους των νοτιοανατολικών Βαλκανίων, ενώ η Μακεδονία εμφανίστηκε στο ραντάρ του ελληνικού εθνικισμού μετά την ήττα στην Κρήτη το 1897, ως βραβείο παρηγοριάς. Το 1913, επισημαίνεται, η Ελλάδα την απέκτησε, διοργανώνοντας στη συνέχεια ανταλλαγή πληθυσμών με τη Βουλγαρία και θεμελιώνοντας τη νομική μυθοπλασία ότι δεν υπήρχε πλέον σλαβόφωνη μειονότητα στο εσωτερικό της, παρόλο που μέχρι και σήμερα εξακολουθούν να υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες σλαβόφωνοι, παρά την ισχυρή καταπίεση που υπέστησαν καθ’ όλη τη διάρκεια του εικοστού αιώνα, με εκατοντάδες χιλιάδες να έχουν εγκαταλείψει την Ελλάδα και άλλους να έχουν εξελληνισθεί.

Καταλήγοντας, ο συντάκτης εκφράζει την άποψη ότι η Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία είναι ακόμα λιγότερο δημοφιλής στην Ελλάδα και μπορεί να στοιχίσει στους Τσίπρα και Zaev – οι οποίοι προσπαθούν να βρουν λύση σε ένα αδιέξοδο είκοσι επτά ετών – την πολιτική τους επιβίωση, φέρει την υπόσχεση για την εξασφάλιση της σταθερότητας σε μία περιοχή που δεν έχει ακόμα αναρρώσει πλήρως από τους πολέμους της δεκαετίας του 1990.

Η πραγματική πρόκληση για την πΓΔΜ, σχολιάζει, είναι η ενσωμάτωση του ενός τρίτου του πληθυσμού που είναι αλβανόφωνοι και μουσουλμάνοι, ενώ για την Ελλάδα συνίσταται στην ανάληψη της ιστορικής ευθύνης για την απώλεια των ελληνικών εδαφών της Μικράς Ασίας και την απόκτηση των σλαβικών, τουρκικών και εβραϊκών εδαφών της Μακεδονίας, τονίζοντας ότι μία ειρηνική εθνική συνείδηση και οι σχέσεις καλής γειτονίας δεν μπορούν να αγνοήσουν ζητήματα που προκαλούν θυμό και βρίσκονται εντός των συνόρων, αφού μόνο έτσι θα μπορέσει κάποια στιγμή να καταστεί δυνατή η αναγνώριση κάποιου ως Αλβανού, Μακεδόνα ή Έλληνα, ανεξάρτητα από το έδαφος στο οποίο κατοικεί.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ