today-is-a-good-day
13 C
Athens

Γερμανικός Τύπος: Οι Έλληνες στην παγίδα της μερικής απασχόλησης

Στην ιστοσελίδα της εφημερίδας Stuttgarter Nachrichten φιλοξενείται ρεπορτάζ – ανταπόκριση του Gerd Höhler από την Αθήνα με υπέρτιτλο «Εξελίξεις στην αγορά εργασίας στην Ελλάδα», τίτλο «Οι Έλληνες στην παγίδα της μερικής απασχόλησης» και υπότιτλο «Η ανεργία στην Ελλάδα μειώνεται. Ωστόσο, οι πρόσφατα ενθαρρυντικοί αριθμοί δεν μεταβάλλουν την κρίσιμη κατάσταση πολλών Ελλήνων. Διότι ολοένα και περισσότεροι εξαφανίζονται από τις στατιστικές μέσω κακοπληρωμένων θέσεων εργασίας μερικής απασχόλησης».

Στο δημοσίευμα αναφέρεται αρχικά ότι η κατάσταση στην ελληνική αγορά εργασίας σημειώνει και πάλι βελτίωση, καθώς τον Ιούλιο το ποσοστό της ανεργίας βρέθηκε, βάσει των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, στο χαμηλότερο επίπεδο εδώ και επτά χρόνια. Όμως, όπως επισημαίνεται, οι νέες θέσεις εργασίας είναι στην πλειονότητά τους κακοπληρωμένες.

Ειδικότερα, το ρεπορτάζ αναφέρει ότι, για το μήνα Ιούλιο, η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε ποσοστό ανεργίας στη χώρα 19%, επίπεδο που είναι το χαμηλότερο που έχει καταγραφεί από το Νοέμβριο του 2011. Παράλληλα, και η ανεργία των νέων υποχωρεί, καθώς ενώ προ ενός έτους το ποσοστό ανεργίας για ανθρώπους ηλικίας από 15 έως 24 ετών ανερχόταν στο 41,1%, το ποσοστό τώρα βρίσκεται στο 37,9%. Παρά ταύτα όμως, – συνεχίζει στο δημοσίευμα -, η Ελλάδα έχει μακράν τον υψηλότερο αριθμό ανέργων στην ΕΕ, όπου ο μέσος όρος για το μήνα Αύγουστο διαμορφωνόταν στο 6,8%.

Στο ρεπορτάζ αναφέρεται επίσης ότι στην Ελλάδα η αγορά εργασίας απέχει πολύ ακόμη από τα επίπεδα προ κρίσης, όταν το 2008 το ποσοστό των ανέργων άγγιζε το 7,8%. Ακολουθεί η άποψη του Σάββα Ρομπόλη, οικονομολόγου και ειδικού σε θέματα ανεργίας στο Πάντειο Παν/μιο, ο οποίος εκτιμά ότι τα συγκεκριμένα ποσοστά θα μειωθούν κάτω του 10% μόλις το 2030. Όπως σημειώνεται, η απελπιστική κατάσταση στην ελληνική αγορά εργασίας υπήρξε το αποτέλεσμα της κρίσης χρέους που αντιμετώπισε η χώρα και η οποία της στοίχισε την απώλεια του 26% του ΑΕΠ της μεταξύ των ετών 2009 – 2016.

Κατόπιν σημειώνεται ότι από το 2017 κι εξής, καταγράφεται και πάλι αύξηση του ΑΕΠ της χώρας, αλλά με ρυθμούς πιο αργούς από τα αναμενόμενα. Για το τρέχον έτος, η ελληνική κυβέρνηση υπολογίζει ότι θα υπάρξει ένα συν περίπου κατά 2%, ενώ ο τομέας της οικονομίας με τη μεγαλύτερη αναπτυξιακή δυναμική για την οικονομία είναι το τουρισμός. Κατά το πρώτο μισό του 2018, ο αριθμός των ξένων επισκεπτών στη χώρα σημείωσε αύξηση κατά 15% σε σχέση με τον αντίστοιχο του προηγουμένου χρόνου, ενώ τα έσοδα από την τουριστική κίνηση αυξήθηκαν κατά 17,2%.

Στο δημοσίευμα σημειώνεται επίσης ότι αυτή η άνθηση στον τομέα του τουρισμού συνεισέφερε και στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, αλλά συχνά πρόκειται για χαμηλά αμειβόμενες και εποχικές θέσεις μερικής απασχόλησης. Σύμφωνα με υπολογισμούς του ελληνικού Υπουργείου Εργασίας, κατά το πρώτο ενιάμηνο του 2018, δημιουργήθηκαν σχεδόν 288.400 νέες θέσεις εργασίας, εκ των οποίων το 53% είναι μερικής απασχόλησης. Κατά τη διάρκεια του Σεπτεμβρίου μάλιστα, το ποσοστό των σχέσεων εργασίας μερικής απασχόλησης σε θέσεις εργασίας που μόλις είχαν πληρωθεί ανέβηκε στο 59%.

Το ρεπορτάζ αναφέρει ότι, προ της εκδήλωσης της κρίσης, η μερική απασχόληση ήταν σχεδόν άγνωστη στην Ελλάδα, ενώ σήμερα ένας στους τρεις από τους συνολικά 1,7 εκατομμύρια εργαζομένους στον ελληνικό, ιδιωτικό τομέα είναι σε μερική απασχόληση με μηνιαία αμοιβή τα 394 ευρώ καθαρά κατά μέσο όρο. Αυτή η τάση λειτουργεί επιβαρυντικά για τα συνταξιοδοτικά ταμεία, διότι μειώνονται οι εισφορές, ενώ το ελληνικό συνταξιοδοτικό σύστημα αντιμετωπίζει ούτως ή άλλως σοβαρές προκλήσεις. Την ίδια στιγμή, η χώρα εμφανίζει μία από τις πλέον κακές δημογραφικές τάσεις στην ΕΕ και λόγω της κρίσης, η οποία οδήγησε με μία σαφή υποχώρηση του αριθμού των γεννήσεων.

Κατόπιν επισημαίνεται επιπλέον ότι, βάσει των εκτιμήσεων της Κομισιόν, η Ελλάδα έως το 2060 θα πρέπει να αυξήσει το όριο συνταξιοδότησης στα 71 έτη, καθώς σε διαφορετική περίπτωση τα συνταξιοδοτικά ταμεία απειλούνται με κατάρρευση. Σε αυτό το πλαίσιο, οι εργαζόμενοι σε θέσεις μερικής απασχόλησης βρίσκονται αντιμέτωποι με ιδιαίτερα προβλήματα, δεδομένου ότι πολλοί εξ αυτών δεν μπορούν καν να έχουν σοβαρές αξιώσεις για συνταξιοδότηση λόγω των χαμηλών τους αποδοχών. Ο οικονομολόγος Σάββας Ρομπόλης προειδοποιεί για την ύπαρξη μίας ‘κοινωνικής ωρολογιακής βόμβας’ και φοβάται για ‘έκρηξη φτώχειας’.

Πλέον αυτών, το δημοσίευμα αναφέρει ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις των υπηρεσιών της Eurostat, τα διαθέσιμα εισοδήματα των Ελλήνων κατά τη διάρκεια των ετών της κρίσης από το 2010 και ως το 2016, μειώθηκαν κατά 38%. Όπως παρατηρείται, τα μειωμένα ποσοστά ανεργίας φαίνεται να σηματοδοτούν μεν ένα σταδιακό τέλος της κρίσης, αλλά για την πλειονότητα των απασχολούμενων τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλύτερα για αυτό το λόγο.

Αυτά – κατά το δημοσίευμα – καταδεικνύουν τα στοιχεία του δημόσιου ιδρύματος συνταξιοδοτικών ασφαλίσεων ΕΦΚΑ, σύμφωνα με τα οποία, το 2009 και προ της έναρξης της κρίσης, το 13,9% των ασφαλισμένων κέρδιζε το μήνα έως και 600 ευρώ μικτές απολαβές, το 2014 αυτό το ποσοστό των χαμηλά αμειβόμενων ανέβηκε στο 31,6%, ενώ το 2017 βρισκόταν στο 34%.

Τέλος, στο δημοσίευμα γίνεται η επισήμανση ότι ιδιαίτερα ανησυχητικός είναι ο αυξανόμενος αριθμός εκείνων των απασχολούμενων που κερδίζουν λιγότερα από 300 ευρώ μηνιαίως και συνεπώς βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας. Το 2009 το ποσοστό αυτών των εργαζομένων ανερχόταν σε 4%, ενώ το περασμένο έτος άγγιζε το 14%, σημειώνεται καταληκτικά στο ρεπορτάζ.

– Στο ίδιο θέμα αναφέρεται σχολιαστικό άρθρο του ίδιου συντάκτη στην ε/φ με υπέρτιτλο «Αγορά εργασίας στην Ελλάδα», τίτλο «Για πολύ καιρό ακόμη, η κρίση δεν θα είναι παρελθόν» και υπότιτλο «Η πολιτική της ΕΕ στο πεδίο των πακέτων οικονομικής βοήθειας προς την Ελλάδα, επικεντρώθηκε κατά τα προηγούμενα χρόνια σε υπερβολικό βαθμό στο ζήτημα της δημοσιονομικής πειθαρχίας – ο παράγοντας αυτός αντεκδικείται τώρα, θεωρεί ο Gerd Höhler».

Ο συντάκτης αναφέρει εισαγωγικά ότι το ποσοστό ανεργίας αποτελεί σημαντικό δείκτη για την οικονομική ευμάρεια και την κοινωνική συνοχή μίας χώρας. Τα πρόσφατα σχετικά στοιχεία από την Ελλάδα προκαλούν κατά την άποψή του αισιοδοξία, αλλά αυτό μόνον στην πρώτη τους ανάγνωση. Όπως επισημαίνει, το ποσοστό των ανέργων βρέθηκε τον προηγούμενο Ιούλιο στο χαμηλότερο σημείο του εδώ και επτά χρόνια, αγγίζοντας όμως το 19% εξακολουθεί είναι σχεδόν τριπλάσιο από τον μέσο όρο των κρατών – μελών της ΕΕ.

Κατά τον αρθρογράφο, αυτό το ποσοστό δεν αντικατοπτρίζει σε καμία περίπτωση συνολικά την πραγματικότητα, διότι είναι πολλοί οι μακροχρόνια άνεργοι που έχουν εδώ και καιρό εγκαταλείψει την προσπάθεια ανεύρεσης μίας θέσεις εργασίας και κατά συνέπεια, δεν περιλαμβάνονται στα στατιστικά στοιχεία. Επισημαίνεται δε ότι ένας στους τρεις ανέργους είναι ήδη χωρίς δουλειά εδώ τέσσερα και πλέον χρόνια.

Κατόπιν ο συντάκτης υπογραμμίζει ότι αυτή η θλιβερή κατάσταση στην ελληνική αγορά εργασίας ρίχνει άπλετο φως στα σφάλματα της πολιτικής διάσωσης της Ελλάδας. Ναι μεν, όπως σημειώνει, χορηγήθηκαν στη χώρα δανειακές πιστώσεις δισεκατομμυρίων διασώζοντάς την από τη χρεοκοπία και διατηρώντας την στην Ευρωζώνη, αλλά επειδή τα προγράμματα επικεντρώνονταν σε υπερβολικό βαθμό μονομερώς στο στόχο της δημοσιονομικής πειθαρχίας και δεν περιείχαν κανένα αναπτυξιακό κίνητρο για την οικονομία, η Ελλάδα περιέπεσε στην βαθύτερη και διαρκέστερη ύφεση που έχει αντιμετωπίσει ευρωπαϊκή χώρα μετά τον Β ΠΠ. Παράλληλα, το ένα τέταρτο της οικονομικής της ισχύος εκμηδενίστηκε, η περιουσία των Ελλήνων συρρικνώθηκε κατά 40%, και θα χρειαστούν δεκαετίες προτού η χώρα ανακάμψει από τα επακόλουθα αυτής της εσφαλμένης πολιτικής διάσωσης – εάν αυτός ο στόχος επιτευχθεί καν τελικά, τονίζει ο αρθρογράφος.

Κατόπιν αναφέρεται ότι μισό εκατομμύριο, κυρίως νέων, Ελλήνων και Ελληνίδων, με καλό μορφωτικό επίπεδο, πήραν το δρόμο της μετανάστευσης κατά τη διάρκεια της κρίσης, με τη χώρα να χάνει πολλά από τα καλύτερα ταλέντα της, τα οποία απουσιάζουν πλέον από τη διαδικασία αναδόμησης της ελληνικής οικονομίας. Την ίδια στιγμή, όσοι έμειναν πίσω πρέπει ολοένα και συχνότερα να δέχονται θέσεις εργασίας μερικής απασχόλησης, από τις απολαβές των οποίων δεν μπορούν καν να επιβιώσουν.

Ο συντάκτης καταλήγει με τη διαπίστωση ότι το ακόμη χειρότερο στην ελληνική περίπτωση είναι ότι οι εργαζόμενοι, λόγω των μισθών πείνας, δεν μπορούν να κατοχυρώσουν αξιόλογες προοπτικές συνταξιοδότησης. Σε αυτό το πλαίσιο, κατά την άποψή του, η επόμενη ανθρωπιστική κρίση είναι ήδη δρομολογημένη: σε τρεις, τέσσερις δεκαετίες από τώρα η Ελλάδα απειλείται με ένα κύμα φτώχειας των ηλικιωμένων. Όπως υπογραμμίζει κλείνοντας, για πολύ καιρό ακόμη, η ελληνική κρίση δεν θα είναι παρελθόν.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ