Συνυπέγραψε η Ολομέλεια του Συμβουλίου την επιβολή του «μαύρου» στον τηλεοπτικό σταθμό MEGA, καθώς η μη συμμετοχή του στην τελευταία αδειοδοτική διαδικασία αυτόματα είχε ως συνέπεια τον τερματισμό της λειτουργίας του.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου με προεδρεύοντα τον αντιπρόεδρο Γεώργιο Παπαγεωργίου και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Ηλία Μάζο, με δύο αποφάσεις της (2018-2019) απέρριψε τόσο την αίτηση ακύρωσης του τηλεοπτικού σταθμού Μέγκα όσο και 112 εργαζομένων στον εν λόγω σταθμό.
Όλοι ζητήσουν να ακυρωθεί η υπ΄ αριθμ. 18/2018 απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης με την οποία διατάχθηκε ο τερματισμός λειτουργίας του MEGA, σύμφωνα με τις επιταγές του νόμου 4496/2017.
Το MEGA από τον Σεπτέμβριο του 2016 διέκοψε τη μετάδοση ειδήσεων και ενημερωτικών προγραμμάτων. Στην συνέχεια δεν υπέβαλλε δήλωση αλλαγής φυσιογνωμίας του προγράμματος του, ούτε συμμετείχε στηνδιαδικασία χορήγησης αδειών «επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευροεκπομπής ελεύθερης λήψης εθνικής εμβέλειας ενημερωτικού προγράμματος γενικού περιεχομένου». Κατόπιν αυτών το ΕΣΡ αποφάσισε τον τερματισμό λειτουργίας του. Η απόφαση του ΕΣΡ είχε ανασταλεί προσωρινά από το Συμβούλιο της Επικρατείας και σήμερα εκδόθηκαν οι σχετικές αποφάσεις της Ολομέλειας.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας υπογραμμίζουν στις αποφάσεις τους, ότι «μετά την εφαρμογή του Ν. 4496/2017 οι τηλεοπτικοί σταθμοί εξαρτούν τη συνέχιση της λειτουργίας τους από τη συμμετοχή τους σε προκηρυχθείσα διαγωνιστική διαδικασία αδειοδότησης».
Ακόμη, οι σύμβουλοι Επικρατείας υπογραμμίζουν ότι «στην περίπτωση μη συμμετοχής ή απαράδεκτης ή ανεπιτυχούς συμμετοχής τηλεοπτικού σταθμού σε προκηρυχθείσα διαδικασία αδειοδότησης επιβάλλεται κατά δέσμια αρμοδιότητα ο τερματισμός λειτουργίας του μετά την τήρηση της προβλεπόμενης διαδικασίας, χωρίς να καταλείπεται στάδιο εκτίμησης των κατ’ ιδίαν περιστάσεων».
Η Ολομέλεια του ΣτΕ, επισημαίνει ότι «σύμφωνα με τη συνταγματική αρχή τους κράτους δικαίου που επιβάλλει τη διαφύλαξη του κύρους του νόμου, ως τύπος προγράμματος που αφορά την ενεστώσα λειτουργία τηλεοπτικού σταθμού, νοείται ο δηλωθείς κατά την προβλεπόμενη από το νόμο διαδικασία τύπος του προγράμματος, ο οποίος και προσδιορίζει το χαρακτήρα του σταθμού ως ενημερωτικού ή μη και όχι ο τύπος προγράμματος ο οποίος έχει τυχόν δημιουργηθεί αυθαιρέτως με τη μεταβολή της φυσιογνωμίας του δηλωθέντος προγράμματος του σταθμού, κατά παράβαση των κειμένων διατάξεων με τις οποίες κρίθηκε νόμιμη η επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε τηλεοπτικούς σταθμούς για μη νόμιμη μετατροπή του προγράμματός τους από ενημερωτικό, όπως είχε δηλωθεί, σε μη ενημερωτικό».
Η αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή -συνεχίζει η Ολομέλεια του ΣτΕ-«δεν ευρίσκει έρεισμα ούτε στις προπαρασκευαστικές εργασίες του άρθρου 14Α του εν λόγω νόμου, από τις οποίες ουδόλως προκύπτει ότι ο νομοθέτηςσκοπούσε στην προστασία de facto δημιουργηθεισών καταστάσεων και τούτο ανεξαρτήτως της συνταγματικότητας μιας διάταξης με τέτοιο περιεχόμενο με την οποία απαγορεύεται η εκτός αδειοδοτικής διαδικασίας μεταβολή της φυσιογνωμίας του προγράμματος (και της εμβέλειας εκπομπής) των παρόχων».
Σε άλλο σημείο των δικαστικών αποφάσεων επισημαίνεται ότι «η τηλεοπτική εκπομπή τελεί (κατ’ άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος) υπό τον άμεσο έλεγχο του κράτους προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι επιδιωκόμενοι σκοποί (εξασφάλιση τηλεοπτικής στάθμης προγραμμάτων, πολιτιστική ανάπτυξη της χώρας κ.λπ.) καιδύναται να συνίσταται ο έλεγχος αυτός στην υπαγωγή της τηλεοπτικής εκπομπής σε καθεστώς προηγούμενης άδειας, χορηγουμένης κατά ισότιμο, αντικειμενικό και αμερόληπτο τρόπο, σχετικοί όροι και προϋποθέσεις».
Έτσι, δεν αντίκειται στην συνταγματική διάταξη το του άρθρου 15 ατομικό ή στις αρχές της αναλογικότητας και του κράτους δικαίου νόμος που επιβάλλει τον κατά δέσμια αρμοδιότητα τερματισμό της λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών που δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλήρως τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις λειτουργίας.
Τέλος, με 4 άλλες αποφάσεις της Ολομέλειας (2014-2017) απερρίφθησαν οι αιτήσεις ακύρωσης της Ένωσης Ιδιωτικών Τηλεοπτικών Σταθμών Εθνικής Εμβέλειας και των τηλεοπτικών σταθμών ΣΚΑΪ, ANT1 και STAR που τρεφόντουσαν κατά της τελευταίας αδειοδοτικής διαδικασίας.