Τετραήμερη περιοδεία στα νησιά Φερόες έκαναν ο πρίγκιπας Φρέντερικ της Δανίας, η πριγκίπισσα Μέρι και τα τέσσερα παιδιά τους.
Η οικογένεια επισκέφθηκε μεταξύ άλλων την πόλη Κλάκσβικ στο νησί Μπόρνοϊ, το χωριό Χάταρβικ στο νησί Φούγκλοϊ και φωτογραφήθηκε μπροστά από το άγαλμα της θρυλικής γυναίκας-φώκιας που στέκεται πάνω σε βράχο στην άκρη του ωκεανού, στο χωριό Μικλανταλούρ του νησιού Κάλσοϊ.
Το άγαλμα αυτό που οι κάτοικοι των νησιών Φερόες ονομάζουν “Kopakonan” παραπέμπει σε μια λαϊκή δοξασία, σύμφωνα με την οποία οι φώκιες φέρονται να ήταν άνθρωποι των αρχαίων χρόνων που είχαν επιλέξει να αυτοκτονήσουν πέφτοντας στη θάλασσα. Μια φορά τον χρόνο, το βράδυ των Θεοφανείων, φθάνουν στην ακτή, πετούν το δέρμα τους, αυτό της φώκιας και ξαναπαίρνουν ανθρώπινη μορφή. Θα χορέψουν στην παραλία και θα διασκεδάσουν μέσα σε σπηλιές.
Σύμφωνα με τον τοπικό θρύλο, μια ημέρα, ένας νεαρός αγρότης του Μικλανταλούρ που παραφύλαγε για να διαπιστώσει αν όλα όσα άκουγε ήταν αλήθεια, έκλεψε το δέρμα μιας εκ των γυναικών αυτών. Η γυναίκα αυτή εκπληκτικής ομορφιάς μη μπορώντας να επιστρέψει στον ωκεανό κοντά στους δικούς της, αναγκάστηκε να τον παντρευτεί και μερικά χρόνια αργότερα, αφού του είχε κάνει αρκετά παιδιά, κατάφερε να ανακτήσει το παλιό της δέρμα που ο ψαράς είχε κρύψει μέσα σε σεντούκι και κατάφερε να διαφύγει. Επιστρέφοντας στον ωκεανό ξαναβρήκε τον σύντροφό της ο οποίος την περίμενε και με τον οποίο είχαν δύο μικρά. Ο καιρός πέρασε. Μια νύχτα, την παραμονή ενός κυνηγιού φώκιας, ο αγρότης ξαναβλέπει τη γυναίκα του στον ύπνο του η οποία του ζητεί αν πάει στο κυνήγι να μην σκοτώσει τον σύντροφο της και τα δύο μικρά τους και τού περιέγραψε το δέρμα τους ώστε ο αγρότης να μην κάνει λάθος. Αυτός δεν έλαβε υπόψη του το μήνυμά της που είδε στον ύπνο του και οι κυνηγοί σκότωσαν την οικογένειά της. Τότε αυτή αναδύθηκε από τα κύματα για να αναθεματίσει του άνδρες του Μικλανταλούρ.