Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέκρινε σήμερα την απόφαση της βελγικής κυβέρνησης να επιβάλει στους δημοσιογράφους μια διαδικασία διαπίστευσης επί πληρωμή στις συνόδους κορυφής της ΕΕ που διεξάγονται στις Βρυξέλλες, λέγοντας πως είναι έτοιμη να εξετάσει όλες τις προσφυγές εναντίον αυτού του μέτρου που οι επαγγελματικές ενώσεις καταγγέλλουν ως «διακριτική μεταχείριση».
«Η ιδέα δεν μας αρέσει», δήλωσε η αναπληρώτρια εκπρόσωπος της Επιτροπής Μίνα Αντρέεβα, στη διάρκεια της καθημερινής ενημέρωσης των δημοσιογράφων. «Η Επιτροπή, ως φύλακας των συνθηκών, μπορεί να κάνει δεκτές προσφυγές και να τις εξετάσει στη βάση του δικαίου».
Η βελγική κυβέρνηση θέσπισε τέλος 50 ευρώ το εξάμηνο για να καλύπτει τα έξοδα που δημιουργούνται από τους ελέγχους ασφαλείας που διενεργούνται για την πρόσβαση σε «ευαίσθητους χώρους», μεταξύ των οποίων το κτίριο που στεγάζει τις εξαμηνιαίες συνόδους των ηγετών των 28 στις Βρυξέλλες.
Οι δημοσιογράφοι ενημερώθηκαν σχετικά μέσω μιας «σημαντικής» σημείωσης στο έντυπο της αίτησης διαπίστευσης για την επόμενη σύνοδο κορυφής της 18ης Οκτωβρίου, που δημοσιοποιήθηκε μέσω του Ίντερνετ από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
«Από την 1η Ιουνίου 2018, μια νέα βελγική νομοθεσία προβλέπει τέλος 50 ευρώ που πρέπει να καταβάλλεται από τους εργοδότες κάθε προσώπου στο οποίο γίνεται έλεγχος ασφαλείας από τις βελγικές αρχές. Ο έλεγχος αυτός έχει αυτή τη στιγμή ισχύ 6 μηνών. Ο λογαριασμός θα στέλνεται στον εργοδότη σας από τις βελγικές αρχές», διευκρινίζεται στην προειδοποίηση.
Το Συμβούλιο, που εκπροσωπεί τα κράτη μέλη, εξέφρασε την ενόχλησή του γι’ αυτό το μέτρο που του επιβλήθηκε από τη βελγική κυβέρνηση.
Η Ένωση Διεθνούς Τύπου (API) και η Γενική Ένωση Επαγγελματιών Δημοσιογράφων Βελγίου (AGJPB) απηύθυναν επιστολές διαμαρτυρίας στη βελγική κυβέρνηση και ζήτησαν από τον πρωθυπουργό Σαρλ Μισέλ «να καταργήσει αμέσως» αυτόν τον φόρο που καταγγέλλεται ως «διακριτική μεταχείριση» και «παραβίαση της ελευθερίας της ενημέρωσης».