Του Δημήτρη Γ. Απόκη*
Επιλέγω ως εισαγωγή ένα μέρος από συνέντευξη που έδωσε ο γκουρού της διεθνούς πολιτικής, Χένρι Κίσσινγκερ, στους Financial Times, την περασμένη εβδομάδα. Αναφερόμενος στον αείμνηστο, στενό του, φίλο, πρώην Υπουργό Εξωτερικών της Μάργκαρετ Θάτσερ στη Μεγάλη Βρετανία, Λόρδο Κάρριγκτον, και την απόφασή του να παραιτηθεί μετά την εισβολή της Αργεντινής στα νησιά Φώκλαντς, ο Κίσσινγκερ, είπε, ότι ποτέ ο φίλος του δεν παραπονέθηκε για την παραίτηση, και μάλιστα του είχε πει σε μια συζήτησή τους, “ποιο είναι το νόημα ανάληψης ευθύνης, εάν μετά ψιθυρίζεις στους φίλους σου, ότι δεν είσαι στην πραγματικότητα υπεύθυνος”.
Αυτό με αφορμή την ανάληψη της πολιτικής ευθύνης για την ανείπωτη τραγωδία της πρόσφατης πυρκαγιάς στο Μάτι, που στοίχισε τη ζωή σε πάνω από 80 συνανθρώπους μας, και όσα έλαβαν χώρα και ειπώθηκαν από τον Πρωθυπουργό, στο Υπουργικό Συμβούλιο. Το πολιτικό ανάστημα και η πολιτική ανδρεία είναι κάτι που στις ημέρες μας και ειδικά στη χώρα μας έχει εκλείψει παντελώς.
Η φονική πυρκαγιά στο Μάτι, ήρθε απλά να επιβεβαιώσει με τον πλέον τραγικό τρόπο, το βαθύ πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα μας σε πολιτικό, θεσμικό, εκπαιδευτικό, αλλά και κοινωνικό επίπεδο. Ήταν απλά θέμα χρόνου, να επέλθει μια τέτοια τραγωδία και το γεγονός ότι μέχρι την τραγωδία στο Μάτι, την είχαμε αποφύγει, ας το αποδώσουμε, απλά και ταπεινά στο Θεό της Ελλάδας.
Ο τόπος μας, η Ελλάδα, αυτή η χώρα με τις πιο πλούσιες ιστορικές καταβολές, που ο σύγχρονος κόσμος, η παγκόσμια επιστήμη, και ο παγκόσμιος πολιτισμός, τις χρωστούν το μεγαλύτερο μέρος της ύπαρξής τους, έχει, δυστυχώς, καταντήσει μια χώρα βολεμένη στη μιζέρια της, στο να ζει με δανεικά, στο να μη δίνει σημασία στις βασικές αρχές μιας ευνομούμενης κοινωνίας, στο να έχει ένα πολιτικό σύστημα το οποίο στερείται οποιασδήποτε δημιουργικότητας και στρατηγικής, περιοριζόμενο σε ανούσιες κοκορομαχίες που καμία σχέση δεν έχουν με τα ουσιαστικά προβλήματα του τόπου, και πάνω από όλα στο να έχει μια διαλυμένη παιδεία και ένα τραγικό εκπαιδευτικό σύστημα, γεγονός στο οποίο οφείλονται όλες οι παραπάνω παθογένειες.
Μερικά απλά και απόλυτα λογικά ερωτήματα αποδεικνύουν την τραγική κατάσταση στην οποία έχει οδηγηθεί και βρίσκεται η χώρα.
Ξεκινώντας από την παιδεία και το εκπαιδευτικό σύστημα, τους πυλώνες δηλαδή πάνω στους οποίους στηρίζεται η ιστορία, οι παραδόσεις, ο πολιτισμός, το πολιτικό σύστημα, η κοινωνία, οι θεσμοί και η επιβίωση ενός έθνους. Έχουμε πραγματικά ασχοληθεί και προβληματιστεί σοβαρά με το τι πραγματικά συμβαίνει σε αυτό το κρίσιμο τομέα; Μια απλή ανάγνωση των βιβλίων που σήμερα διδάσκονται τα παιδιά μας θα δώσει με τον πλέον σαφή τρόπο την απάντηση. Ας μπει κάποιος στον κόπο να κάνει μια σύγκριση των εκπαιδευτικών βιβλίων του δημοτικού, γυμνασίου και λυκείου, τη δεκαετίας του εβδομήντα και του ογδόντα, με τα σημερινά αντίστοιχα βιβλία και ας ανοίξει μια σοβαρή συζήτηση γύρω από το κρίσιμο αυτό θέμα.
Για τη γλώσσα, έχουμε αναρωτηθεί τι πραγματικά συμβαίνει και η πλειοψηφία του ελληνικού πληθυσμού κάτω των σαράντα, αδυνατεί να κατανοήσει όποιον κάνει το λάθος να μιλήσει και να γράψει στην πραγματικά πλούσια και χρηστική σχεδόν από το σύνολο της παγκόσμιας επιστήμης, πραγματική ελληνική γλώσσα; Σίγουρα όχι.
Ίδια και χειρότερη είναι η κατάσταση που επικρατεί σε επίπεδο γνώσεων όσο αφορά την ελληνική ιστορία, που στην ουσία αποτελεί την πηγή του παγκόσμιου πολιτισμού και της επιστήμης.
Με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις που έχουν να κάνουν με πρόσωπα και μεμονωμένους επιστήμονες, τραγική είναι η κατάσταση των ελληνικών πανεπιστημίων, και αυτό όταν τυχαίνει να είναι ανοικτά και εκπληρούν το ρόλο για τον οποίο υποτίθεται ότι υπάρχουν.
Ο ιός της άκρατης παγκοσμιοποίησης, για συγκεκριμένους λόγους και συμφέροντα έχει, πλήξει ανεπανόρθωτα το DNA αυτής της χώρας που έδωσε στην ανθρωπότητα τον δυτικό πολιτισμό και τις επιστήμες.
Και κάτι που αγγίζει άμεσα την πρόσφατη ανείπωτη τραγωδία στο Μάτι. Εγω η σημερινός πενηντάρης, ακόμα θυμάμαι τα κρύα χειμωνιάτικα πρωινά που γκρίνιαζα για την υποχρεωτική επίσκεψη στο ανοικτό κολυμβητήριο των Άνω Ιλισίων, όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα, για το υποχρεωτικό μάθημα κολύμβησης, όπου έμαθα να κολυμπάω και πως πρέπει να αναπνέω μέσα στο νερό. Σήμερα το κολύμπι έχει γίνει και αυτό προϊόν, όπως και η συντριπτική πλειοψηφία, οποιαδήποτε ουσιαστική εκπαίδευση στην Ελλάδα, της ιδιωτικής φροντιστηριακής εκπαίδευσης. Πόσο ντροπή είναι για μια κατεξοχήν θαλασσινή χώρα και ένα θαλασσινό λαό, η πλειοψηφία του να μην γνωρίζει στοιχειώδες κολύμπι. Το ίδιο συμβαίνει με τους στοιχειώδεις κανόνες και την εκπαίδευση σε θέματα πυρασφάλειας, επιβίωσης από πυρκαγιές, αντισεισμική προστασία, και γενικά προστασία και επιβίωση σε κρίσεις φυσικές και μη.
Τόμοι ολόκληροι μπορούν να γραφτούν για όλα τα παραπάνω, αλλά πιστεύω ότι η εικόνα είναι παραπάνω από σαφής.
Ας έρθουμε όμως και στον ελέφαντα μέσα στο δωμάτιο για τον οποίο το πολιτικό σύστημα, τα μέσα ενημέρωσης, ο ακαδημαϊκός κόσμος, και γενικά οι θεσμοί αυτής της χώρας δεν έχουν, όπως όλα δείχνουν, την ικανότητα να μιλήσουν με ειλικρίνεια.
Η Ελλάδα, εδώ και οκτώ χρόνια βιώνει μια ανεπανόρθωτη οικονομική κρίση, όντας μέλος μιας υποτιθέμενης ένωσης κρατών, που ακούει στο όνομα Ευρωπαϊκή Ένωση. Ενός υπερεθνικού οργανισμού που αποτελεί ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα της ασύντακτης και στρεβλής παγκοσμιοποίησης.
Η χώρα, ειδικά τα τρία τελευταία χρόνια, έχει υπογράψει δεσμεύσεις απέναντι στους αποκαλούμενους ευρωπαϊκούς θεσμούς, μέχρι το 2060, για μέτρα και δυσθεώρητα πλεονάσματα, τα οποία την έχουν οδηγήσει και την οδηγούν στην απόλυτη καταστροφή. Βολικά βέβαια όλο αυτό το πλαίσιο καταστροφής έχει βαφτιστεί στις Βρυξέλλες και εγχώρια μεταρρυθμίσεις. Μόνο που για όσους γνωρίζουν την ελληνική γλώσσα, για να αποτελέσει κάτι μεταρρύθμιση, βασίζεται σε ένα πλαίσιο, έχει μια στρατηγική, και ένα θετικό πρόσημο.
Όλοι έχουν στο στόμα τους αυτή την πιπίλα των δήθεν μεταρρυθμίσεων και της δήθεν ενωμένης Ευρώπης. Μήπως όμως ήρθε η ώρα να συζητήσουμε σοβαρά γύρω από αυτό το βολικό, για κάποιους που θέλουν να κρύψουν την ανικανότητα τους και την έλλειψη ρεαλιστικού σχεδίου για την έξοδο από την κρίση, αφηγήματος;
Ποιο είναι πραγματικά το αποτέλεσμα της επιβολής πλεονασμάτων στον προϋπολογισμό, άνω του 3% και 2%, για τα επόμενα χρόνια;
Αν καθίσουμε και κάνουμε ένα απόλυτα λογικό συνειρμό για την ανείπωτη καταστροφή και τραγωδία των τελευταίων ημερών, πέρα από την απόλυτα σωστή κριτική για τις εγκληματικές παρανομίες σε πολεοδομικό και άλλα επίπεδα, θα διαπιστώσουμε ότι όλη αυτή η τιμωριτική στρατηγική από τους δήθεν εταίρους της Ελλάδας, τα τελευταία χρόνια, δεν είναι καθόλου άμοιρη ευθυνών για τη διάλυση των υλικοτεχνικών υποδομών του κράτους, σε επίπεδο πυρόσβεσης, ενόπλων δυνάμεων, μηχανισμού αντιμετώπισης κρίσεων και φυσικών καταστροφών. Τα όμορφα λόγια και οι πανηγυρισμοί για δήθεν έξοδο από τα μνημόνια είναι καλοί, πιθανόν, για ένα virtual reality κόσμο, για την σκληρή πραγματικότητα όμως δεν στέκουν.
Όπως, αν και άριστη, δεδομένων των συνθηκών, ως ιδέα για αίτημα προς το Ίδρυμα Νιάρχος, να αναλάβει το κόστος συντήρησης των πυροσβεστικών μέσων της χώρας, ένα κράτος μέλος της δήθεν Ενωμένης Ευρώπης, δεν είναι δυνατόν να προσφεύγει σε επαιτεία για τη συντήρηση βασικών υποδομών στον τομέα ασφάλειας και προστασίας των πολιτών του.
Αυτά είναι ορισμένα από τα αμείλικτά ερωτήματα που αναζητούν απαντήσεις. Κανείς και σίγουρα ούτε εγώ είμαι ανάμεσα σε αυτούς που αποποιούνται των ευθυνών για το κατάντημα που έχει οδηγηθεί ο τόπος μας. Αποτελεί ευθύνη όλων μας και κάποια στιγμή πρέπει με παρρησία πρέπει να το αποδεχτούμε και πάνω από όλα να ανοίξουμε σε εθνικό επίπεδο μια ειλικρινή συζήτηση γύρω από αυτό το χάλι και τις ευθύνες όλων μας.
Την ίδια στιγμή όμως ως κοινωνία και πολίτες αυτού του ιστορικού έθνους, έχει έρθει η ώρα να απαιτήσουμε μια σοβαρή εθνική συζήτηση γύρω από την, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη μας, ατέρμονη και στερούμενη σοβαρής στρατηγικής και στόχων, πολιτικής έναντι της χώρας μας, από τους δήθεν εταίρους μας. Και αποτελεί υπεραπλούστευση το να λέμε μας δίνουν λεφτά, άρα ότι και να λένε πρέπει να το δεχόμαστε χωρίς αντίρρηση και σοβαρή συζήτηση. Σε τελευταία ανάλυση μια σοβαρή συζήτηση γύρω από αυτές τις πολιτικές και το κατά πόσο οδηγούν σε κάποιο θετικό αποτέλεσμα, το τέλος τη δική τους επένδυση και τα δικά τους χρήματα θα προστατεύσει.
Τελικά μας κάνει και είναι κατάλληλη για εμάς η σημερινή Ευρώπη, έτσι όπως λειτουργεί και υπάρχει; Είναι χρήσιμη και σωστή για την ίδια την Ευρώπη;
Σίγουρα μέσα από αυτό το κείμενο δεν είναι δυνατόν να καλυφθεί όλο το εύρος αυτής της “Μεγάλης Συζήτησης – Προβληματισμού” που πρέπει άμεσα να ανοίξει σε αυτό τον τόπο. Απλά αποτελεί μια νότα αγωνίας και μια παράθεση ορισμένων από τα πολλά ερωτήματα που πρέπει να θέσουμε όλοι μας, εάν πραγματικά θέλουμε να συνεχίσουμε να υπάρχουμε ως κράτος και ως έθνος.
*Ο Δημήτρης Απόκης, είναι Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος, Απόφοιτος του The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies, The Johns Hopkins University, μέλος του The International Institute of Strategic Studies, και διετέλεσε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, το Στέητ Ντιπάρτμεντ, και το Πεντάγωνο, στην Ουάσιγκτον.