Τι είναι άραγε ένα αστείο; Σίγουρα αυτό που προκαλεί το γέλιο, το ευφυολόγημα, το κωμικό, το ευτράπελο, το καλαμπούρι, ο χαριεντισμός, το χαριτολόγημα.
*Της Σοφίας Μουρούτη Γεωργάνα
Όλοι έχουμε ανάγκη από αστεία, για να διασκεδάσουμε, για να ευθυμήσουμε, να ξορκίσουμε τη βασανιστική καθημερινότητα.
Το καλοκαίρι, που χαλαρώνουμε, προσφέρεται για αστεία, και αστεϊσμούς, για να αστειευτούμε, να το ρίξουμε στα αστεία, όπως λέμε χαρακτηριστικά.
Άλλοι λένε ότι αστεΐζονται ή αστειολογούν, χρησιμοποιούν άλλους τύπους, για να αναφερθούν στην ουσία στο ίδιο πράγμα, στη διατύπωση αστειοτήτων.
Αστεία – αστεία, πλάκα – πλάκα, θα λέγαμε στον προφορικό λόγο, χωρίς να το περιμένει, δηλαδή, κανείς, το αστείο έχει διαβαθμίσεις. Μπορεί να είναι απλώς αστείo, ενδέχεται να είναι πολύ αστείο ή να είναι υπερβολικά αστείο. Ένα υπερβολικά αστείο, που κάνει μερικούς να γελούν, κάποιους άλλους τούς στενοχωρεί, γιατί δε σηκώνουν αστεία, δεν παίρνουν από αστεία βρε αδερφέ.
Τα αστεία δεν είναι μόνο για γέλια, μπορεί να είναι και για κλάματα. Με αστεία επιχειρήματα, χωρίς βάση και έρεισμα, προσπαθούν ορισμένοι να πείσουν για την ορθότητα των απόψεών τους. Τέτοια επιχειρήματα δεν τα δεχόμαστε ούτε για αστεία και μεταξύ σοβαρού και αστείου, με ήπιο τρόπο, αν δε θέλουμε να προσβάλουμε το συνομιλητή μας, επισημαίνουμε τη σαθρότητα των απόψεών του. Του παρουσιάζουμε την άποψή μας υπό τύπον αστείου, λέγοντας ένα αστειάκι, για να μη σοβαρέψουν υπερβολικά τα πράγματα.
Επειδή δε θέλουμε να μας πάρετε στα αστεία, για να αποδείξουμε πόσο σοβαροί είμαστε, θα σας πούμε ότι το αστείο, ουδέτερο του επιθέτου ὁ ἀστεῖος είναι πρωτευουσιάνικη λέξη και προέρχεται από το ἄστυ, που είναι η πόλη και μάλιστα το κέντρο της πόλης. Ὁ ἀστεῖος σχετίζεται με την πόλη, είναι καλλιεργημένος και μορφωμένος. Συνεπώς μπορεί να διανθίζει το λόγο του με ωραία και εύθυμα λόγια, που δεν προκαλούν κατ’ ανάγκη το γέλιο. Αντιθέτως, ὁ ἀγροῖκος, αφού είχε παραστάσεις μόνο από αγρούς, κτήματα και χωράφια δεν είχε ανάλογη εκπαίδευση και ήταν άξεστος στους τρόπους και στην ομιλία. Ακόμα και τα αστεία του δεν ήταν αστεία, αλλά άκομψες χωριατιές. Έτσι για τους αρχαίους μας το αστείο ήταν ισοδύναμο του κομψού και του εκλεπτυσμένου. Δε χρησιμοποιούσαν τη λέξη, για να αναφερθούν σε ό, τι τους έκανε να γελούν, αλλά χαρακτήριζαν αστείο ένα παράστημα, έναν χιτώνα, προφανώς, για να περιγράψουν την ομορφιά του.
Συνώνυμο του αστείου θεωρούμε το χωρατό, που πάλι λεγόταν από τους ανθρώπους της χώρας και όχι της υπαίθρου.
Και με αυτά και με τα άλλα φθάσαμε στο τέλος. Τέρμα τα αστεία!
Ας σοβαρευτούμε με τα αντώνυμα του αστείου: σοβαρό, θλιβερό, βαρύ, στενόχωρο … και άλλα πολλά όχι αστεία.
*Η Σοφία Μουρούτη – Γεωργάνα είναι φιλόλογος και διδάσκει στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδας