today-is-a-good-day
14.8 C
Athens

Γιατί είναι δύσκολο να κατανοηθεί ο Τράμπ;

Του Δημήτρη Γ. Απόκη*

Ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών ξεκουράζεται με τη σύζυγό του Μελάνια, στο θέρετρο του – γκολφ στη Σκωτία, όπου προετοιμάζεται για την αυριανή πρώτη επίσημη συνάντηση κορυφής με τον Πρόεδρο της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν. Την ίδια στιγμή η Ευρώπη, προσπαθεί ακόμη να συνέλθει από το πέρασμα του τυφώνα Τράμπ, μετά την επεισοδιακή Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, και τη θυελλώδη επίσκεψη του Αμερικανού Προέδρου, στη Μεγάλη Βρετανία.

Ο Πρόεδρος Τράμπ, βρίσκεται για 18 μήνες στο Λευκό Οίκο, και η εξωτερική του πολιτική συνεχίζει να αποτελεί μια δισεπίλυτη εξίσωση για ξένους ηγέτες, ξένες κυβερνήσεις, και αναλυτές εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας. Οι υποστηρικτές του το αποδίδουν στο γεγονός ότι ο Πρόεδρος Τράμπ, εφαρμόζει ένα σύνθετο στρατηγικό σχέδιο που οι επικριτές τους δεν μπορούν να κατανοήσουν, ενώ την ίδια στιγμή οι επικριτές του, το αποδίδουν στο ότι στην ουσία δεν έχει κανένα σχέδιο, και είναι απλά μια απρόβλεπτη και ανίκανη προσωπικότητα που δυστυχώς κατάφερε να βρεθείς την προεδρία των ΗΠΑ.

Η πλειοψηφία διεθνώς επιθυμεί διακαώς να το δει να αποτυγχάνει. Αλλά η πραγματικότητα είναι ότι ο Ντόναλντ Τράμπ, έχει ένα πλήρως διαμορφωμένο δόγμα στην εξωτερική πολιτική, το οποίο υποστηρικτές και επικριτές δεν μπορούν να συνεχίσουν να αγνοούν.

Ο βασικός λόγος που είναι πολύ δύσκολο να γίνει κατανοητός ο Πρόεδρος Τράμπ, δεν είναι ότι είναι πολύπλοκος, απρόβλεπτος, και άσχετος. Ο λόγος είναι ότι είναι απλά διαφορετικός. Από την ολοκλήρωση του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και μετά, όλοι οι Πρόεδροι των ΗΠΑ, είχαν ως μοναδικό στόχο τη διατήρηση του μεταπολεμικού συστήματος. Ο Πρόεδρος Τράμπ, αντιθέτως, είναι ένας αναθεωρητής που θέλει να αλλάξει τους κανόνες του παγκοσμίου συστήματος προς όφελος των ΗΠΑ. Θεωρεί την στρατιωτική ισχύ και το εμπορικό έλλειμα των ΗΠΑ, πλεονεκτήματα που αποτελούν ευκαιρία στην διεθνή πολιτική. Θέλει να ενισχύσει τη στρατιωτική υπεροχή της Αμερικής, χρησιμοποιώντας στρατιωτικά και οικονομικά μέσα για να πείσει άλλες δυνάμεις να αποδεχθούν τις αλλαγές που επιδιώκει στο παγκόσμιο σύστημα.

Αύριο συναντιέται με τον Πούτιν στο Ελσίνκι και κόντρα στην επικρατούσα, ακόμη και στο εσωτερικό της Αμερικής, άποψη, δεν βλέπει τη Ρωσία ως σοβαρή στρατιωτική και οικονομική απειλή για τα αμερικανικά συμφέροντα. Και αυτός είναι ο λόγος που δεν θεωρεί ότι η αποτροπή της Ρωσίας πρέπει να βρίσκεται στο κέντρο της ευρωπαϊκής στρατηγικής της Ουάσιγκτον. Ως θιασώτης της ρεαλιστικής σχολής σκέψης, δεν πιστεύει ότι οι ιδεολογικές διαφορές και οι ανθρωπιστικές ανησυχίες γύρω από το καθεστώς Πούτιν, πρέπει να εμποδίσουν, μια προσοδοφόρα συνεργασία με τη Ρωσία. Επιδιώκει συνεργασία με τη Ρωσία στη Μέση Ανατολή και θέλει να αποτρέψει ένα κοινό μέτωπο Μόσχας – Πεκίνου.

Την Κίνα τη σέβεται και τη θεωρεί μακροπρόθεσμο αντίπαλο, που η οικονομία της βασίζεται στο εμπόριο με τις ΗΠΑ, περισσότερο από ότι βασίζεται σε αυτό η αμερικανική οικονομία. Είναι πεπεισμένος ότι το παρόν εμπορικό έλλειμα των ΗΠΑ με την Κίνα, ευνοεί το Πεκίνο, και ότι η Κίνα δεν μπορεί να αντέξει μια αναταραχή στη σχέση με την Ουάσιγκτον. Η σημερινή ανισορροπία στη σχέση, σύμφωνα με τον Πρόεδρο Τράμπ, είναι ο βασικός λόγος της μετεωρικής ανόδου της Κίνας στο διεθνές σύστημα, και, όπως πιστεύει, μια αναθεώρηση αυτής της κατάστασης θα περιορίσει την Κίνα γεωπολιτικά και ταυτόχρονα θα ενισχύσει την δύναμη των ΗΠΑ.

Προωθώντας αυτή τη στρατηγική, επιδιώκει να καθησυχάσει τους γείτονες της Κίνας, δηλαδή Ιαπωνία, Νότια Κορέα, και Βιετνάμ, σε θέματα ασφάλειας, ενώ την ίδια στιγμή επιδιώκει βελτίωση των εμπορικών σχέσεων μαζί τους και σε όλη την Ασία. Εάν αυτό το πετύχει, και βρίσκεται σε καλό δρόμο, θα ενισχυθεί σημαντικά η οικονομία των ΗΠΑ, και θα ελεγχθεί η άνοδος των αντιπάλων. Ο Πρόεδρος Τράμπ, επιδεικνύει ευελιξία, παρόλα αυτά, έναντι του Πεκίνου για να έχει την υποστήριξη της Κίνας στο θέμα της Βόρειας Κορέας.

Στην Ευρώπη, ο Αμερικανός Πρόεδρος, έχει αποφασίσει να ανατρέψει για τα καλά το σύστημα που επικρατεί. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι στο σαρωτικό πέρασμά του από τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ και τη Μεγάλη Βρετανία, στοχοποίησε τη Γερμανία. Ο Πρόεδρος Τράμπ, πιστεύει, και σωστά, ότι η παρούσα σχέση μεταξύ των δύο πλευρών του Ατλαντικού, είναι πιο κερδοφόρα για το Βερολίνο από ότι για την Ουάσιγκτον. Ταυτόχρονα γνωρίζει ότι οι Γερμανία γνωρίζει το πόσο έχει ανάγκη αυτή τη σχέση. Σαν αποτέλεσμα γνωρίζει ότι στο τέλος το Βερολίνο θα προσέλθει στο τραπέζι, για ένα νέο μοντέλο σχέσης που θα είναι πολύ πιο συμφέρον για την Ουάσιγκτον. Στην προσπάθεια αυτή μικρότερες ευρωπαϊκές χώρες που θα στηρίξουν την Αμερική, θα τύχουν της προσοχής και της στήριξης των ΗΠΑ.

Στη Μέση Ανατολή ο στόχος του Αμερικανού Προέδρου είναι το Ιράν, το οποίου το καθεστώς θεωρεί εχθρικό προς τις ΗΠΑ, αλλά την ίδια στιγμή και ευάλωτο σε οικονομική, διπλωματική και στρατιωτική πίεση. Σίγουρα, στην περίπτωση που η Τεχεράνη αναβιώσει το πρόγραμμα πυρηνικών όπλων ο Αμερικανό Πρόεδρος θα δώσει το πράσινο φως και θα υποστηρίξει μια στρατιωτική επέμβαση του Ισραήλ. Ταυτόχρονα προωθεί συνεργασία με Αραβικές χώρες, με αντάλλαγμα την υποστήριξη των οικονομικών συμφερόντων των ΗΠΑ, και τη συνεργασία στο θέμα της τρομοκρατίας.

Η παρουσία Τράμπ στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, η επίσκεψη στη Μεγάλη Βρετανία, και η αυριανή συνάντηση με τον Πρόεδρο της Ρωσίας, δείχνει ότι ο Αμερικανός Πρόεδρος, αισθάνεται πλέον έτοιμος να αποκοπεί από τα δεσμά της καθοδήγησης του συστήματος εξωτερικής πολιτικής της Ουάσιγκτον, για το οποίο δεν τρέφει κανένα ιδιαίτερο σεβασμό. Δεν ανησυχεί και απέρριψε την αντίθεση του συστήματος αυτού στους εμπορικούς πολέμους, διότι γνωρίζει ότι όλες οι χώρες έχουν ανάγκη την αγορά της Αμερικής και αργά ή γρήγορα θα προσέλθουν στο τραπέζι για καλύτερες και πιο προσοδοφόρες, για τις ΗΠΑ, εμπορικές συμφωνίες.

Είναι πλέον ξεκάθαρο, ότι ο Πρόεδρος Τράμπ, μετά από 18 μήνες στο Οβάλ Γραφείο, έχει ζυγίσει καλά τους ηγέτες που έχει να αντιμετωπίσει, και δεν τους αντιμετωπίζει με φόβο και δέος. Πλέον δρα με αυτοπεποίθηση στη διεθνή σκηνή, παίρνει ρίσκα, και φέρνει στο τραπέζι την επιχειρηματική εμπειρία του, ως εργαλείο γεωπολιτικής.

Όσοι πιστεύουν ότι με κραυγές και αφορισμούς, θα τον αποτρέψουν από το σχέδιο αναθεώρησης του συστήματος, πλανώνται οικτρά και καλά θα κάνουν να ετοιμαστούν για μια πτήση με έντονες αναταραχές. Και αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την Ευρώπη, η οποία έχει σοβαρά προβλήματα και ελλιπέστατη ηγεσία.

*Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος, Απόφοιτος του The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies, The Johns Hopkins University, μέλος του The International Institute of Strategic Studies, και διετέλεσε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, το Στέητ Ντιπάρτμεντ, και το Πεντάγωνο, στην Ουάσιγκτον.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ