Περπατάω με γυμνά τα πόδια δίπλα στη θάλασσα , μου αρέσει αυτή η αίσθηση της υγρής άμμου που φτάνει μέχρι το τελευταίο κύτταρο, η άμεση επαφή με τη γη.
Γράφει η Μαρία Ε. Δημητρίου
Είναι σαν να μαγνητίζεις όλες τις δυνάμεις που κρύβονται μέσα της μόνο που δεν μπορείς να το συνειδητοποιήσεις . Και κάπως έτσι θυμάμαι ότι ο Ανταίος, είχε αυτή τη δύναμη, ο μυθικός βασιλιάς της Λιβυής, γιος του θεού Ποσειδώνα και της Γης που προκαλούσε σε μάχη όποιον περνούσε από το βασίλειο του και τον κέρδιζε , γιατί έπαιρνε δύναμη από τη μητέρα του, κάθε που ακουμπούσε σ’ αυτήν .
Κι είναι κι αυτό το αεράκι που σε τυλίγει, από όποιον άνεμο κι αν έρχεται, καλοδεχούμενο πάντα , σε ανακουφίζει όπως πλέκεται ανάμεσα στα μαλλιά σου, ένα πράμα σαν να φτάνει μέχρι τα έγκατα του νου .
Το κύμα με παρακολουθεί, προσπαθεί να φτάσει κοντά μου, αλλά δεν μπορεί και απομακρύνεται πάλι, σαν ένα τεράστιο χαλί που μετακινείται, ύστερα θυμωμένο ξεσπάει στα απέναντι βράχια . Κάπου κάπου ένα βοτσαλάκι πλέκεται στο μικρό δακτυλάκι των ποδιών μου, και βρίσκω την αφορμή και γω δήθεν να μαζέψω κανένα κοχύλι έτσι για να το πάρω μαζί μου ως ανάμνηση.
Γιατί αυτό κάνουμε πάντα , δένουμε τις αναμνήσεις μας με πράγματα . Εποπτικοποιούμε την αφηρημένη έννοια και την κάνουμε εικόνα . Όπως την καταλαβαίνουμε . Μια εικόνα που πολλές φορές δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια. Όμως γίνεται σιωπηλά και σιγά σιγά αποδεχτή από όλους .
Και κάπως έτσι μάθαμε όλοι να ζωγραφίζουμε μπλε τη θάλασσα . Μια παγκόσμια πρωτοτυπία . Ένας ολόκληρος πλανήτης δέκτηκε μια οφθαλμαπάτη ως κάτι το αληθινό , που στο τέλος έγινε δόγμα .
Όποιος τολμήσει και ψελλίσει ότι η θάλασσα δεν είναι μπλε, άντε και λίγο πράσινη ώρες ώρες, τον κοιτάζουν στραβά . Εάν πεις ότι το μπλε της θάλασσας είναι μια πλάνη θα σε κοιτάξουν δυο φορές πιο στραβά .
Γιατί δύο πράγματα δεν θέλει ο άνθρωπος, το ένα είναι να μην του χαλάς τις ψευδαισθήσεις του, το άλλο δεν το σκέφτηκα ακόμα …
Και μαθαίνουμε σιγά σιγά, να αυτοπεριοζόμαστε , να μπαίνουμε σε καλούπια ,να συμμορφωνόμαστε με τη συμπεριφορά των άλλων για να γίνουμε αποδεχτοί. Πολλές φορές παραγνωρίζουμε το αυταπόδεικτο για να μην μπούμε σε μια κόντρα με τον άλλο και συμφωνούμε μαζί του, για να μη δημιουργηθούν εντάσεις ή γιατί θέλουμε να μας αγαπούν, να μας θέλουν.
Αυτό το αποδεικνύει και το πείραμα της “ Κοινωνικής Συμμόρφωσης” που έγινε στη δεκαετία του 1950 . Ο αμερικανός ψυχολόγος Solomon Eliot Ash διεξήγαγε ένα πείραμα στο Κολέγιο του Swarthmore το 1951. Ο Ash χρησιμοποίησε μια ομάδα ηθοποιών οι οποίοι έδιναν την ίδια προσυνεννοημένη απάντηση, τις περισσότερες φορές λάθος παρά τα αντίθετα αποδεικτικά στοιχεία .Το εκπληκτικό ήταν ότι οι αληθινοί συμμετέχοντες στο πείραμα, στο τέλος έτειναν να συμφωνούν με τη λάθος απάντηση που έδινε όλη η υπόλοιπη ομάδα.
Μόλις ο ένας στους τέσσερις μπόρεσε να διατηρήσει την αποφάση του, η οποία ήταν και η σωστή μέχρι το τέλος και να αγνοήσει την κοινωνική πίεση της ομάδας για συμμόρφωση σε κάτι που ήταν λάθος .
Γιατί ο άνθρωπος στην ανάγκη του να ενσωματωθεί σε μια ομάδα πολλές φορές κάνει εκπώσεις σε αυτά που πιστεύει , γιατί θέλει να ανήκει κάπου , κι αυτό το θέλω είναι μεγαλύτερο και πιο δυνατό ίσως και από αυτό που πιστεύει . Και αναγκάζεται να κάνει ένα βήμα πίσω, πολλές φορές πολλά βήματα. Το δύσκολο είναι το πρώτο, τα υπόλοιπα συνηθίζονται .
Και έτσι καμουφλάρεται πίσω από ρούχα που δεν του ταιριάζουν , φορά απόψεις που πιστεύει ότι δεν είναι σωστές μόνο και μόνο γιατί φοβάται να είναι μόνος . Γιατί η μοναξιά έχει ένα κόστος πάντα, αλλά και μια γοητεία, μόνο που δεν είναι για όλους .
Από μικρά εκπαιδευόμαστε στην κοινωνική συμμόρφωση χωρίς να το καταλαβαίνουμε, από τη στιγμή που πιάνουμε τα χρωματιστά μολύβια για να ζωγραφίσουμε , αντιστοιχούμε τα χρώματα με τα πράγματα , κίτρινος ο ήλιος , πράσινο το γρασίδι , η θάλασσα μπλε . Ακολουθώντας το ίδιο μοτίβο στη ζωή μας , την ίδια ομοιομορφία , προσδοκώντας την αποδοχή της ομάδας .
Σκύβω και παίρνω λίγο νερό στη χούφτα μου, δεν υπάρχει κανένα χρώμα , όλοι το ξέρουμε αλλά όλοι βολευόμαστε να πιστεύουμε ότι η θάλασσα είναι χρωματιστή, ίσως γιατί και αισθητικά μας βολεύει.
Σημασία έχει ότι όλοι βολευτήκαμε σε ένα ωραιοποιημένο ψέμα ή τουλάχιστον οι περισσότεροι . Γιατί είναι και κάποιοι που αντιστέκονται, που τη βάφουν κόκκινη ή πράσινη ή της βάζουν ότι χρώμα θέλουν ή ότι φαντάζονται . Είναι και κάποια παιδιά που κάνουν πέρα το μπλε χρώμα και τη μουντζουρώνουν όπως τη βλέπουν μέσα από τα μάτια της ψυχής τους.
Γιατί τα παιδιά πάντα βλέπουν την αλήθεια χωρίς επικαλύψεις όπως στο παραμύθι του Χανς Κρίστιαν Αντερσεν “τα καινούργια ρούχα του αυτοκράτορα” που μόνο ένα μικρό παιδί είχε το θάρρος να φωνάξει ότι ο βασιλιάς ήταν γυμνός . Οι υπόλοιποι είχαν συμμορφωθεί και είχαν αποδεχτεί ότι ο γυμνός βασιλιάς φορούσε τα πιο όμορφα ρούχα . Είχαν υπογράψει τη σιωπηλή σύμβαση της ομοιόμορφης και λανθασμένης ομοιογένειας, γιατί κανείς δεν τολμούσε να υποστηρίξει το προφανές .
Η θάλασσα δίπλα μου εξακολουθεί να πηγαινοέρχεται , αγνοώντας το φιλοσοφικό μου πρελούδιο, σαν να με προκαλεί όπως ο Ανταίος τους αντιπάλους του .
“Δεν είσαι μπλε , δεν είσαι μπλε” της φωνάζω και χάνομαι μέσα της .