*Του Νίκου Αρμένη
Αν ανατρέξουμε στις επιδόσεις των Ελλήνων μαραθωνοδρόμων μέχρι τη δεκαετία του ’90, θα διαπιστώσουμε ότι υπήρχαν ταυτόχρονα κάπου 10 αθλητές που σημείωναν χρόνους κάτω από 2:20!
Σήμερα τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Από τους εν ενεργεία μαραθωνοδρόμους που κάνουν πρωταθλητισμό μόνο ο εξαιρετικός δρομέας Χριστόφορος Μερούσης από τη Χίο έχει τερματίσει σε χρόνο κάτω από 2:20 και φυσικά μπορεί να το επαναλάβει.
Αν προσπαθήσω να φανταστώ αν υπάρχουν κι άλλοι Έλληνες μαραθωνοδρόμοι που έχουν τη δυνατότητα να κάνουν τέτοια επίδοση, το μυαλό μου πάει το πολύ σε 2-3 ακόμα..
Ας δούμε όμως και τι συμβαίνει με τα Πανελλήνια ρεκόρ.
Το Πανελλήνιο Ρεκόρ Μαραθωνίου Δρόμου στους άντρες το έχει ο Σπύρος Ανδριόπουλος με 2:12:04. Πρόκειται για επίδοση που πέτυχε στο Βερολίνο στις 09 Οκτωβρίου 1988, δηλαδή πριν από 30 ολόκληρα χρόνια.
Το αντίστοιχο ρεκόρ στην αυθεντική διαδρομή στην Αθήνα, το έχει ο πολυνίκης Νίκος Πολιάς με χρόνο 2:17:56 από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, δηλαδή εδώ και 14 χρόνια.
Στις γυναίκες και τα δύο ρεκόρ, μαραθωνίου και αυθεντικής διαδρομής, τα έχει η Μαρία Πολύζου. Το πρώτο από τους Πανευρωπαϊκούς Αγώνες στη Βουδαπέστη με επίδοση 2:33:40 στις 23.08.1988 και το δεύτερο από το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Στίβου στην Αθήνα όταν τερμάτισε εκείνο τον Αύγουστο του 1997 στο Καλλιμάρμαρο στη 12η θέση με χρόνο 2:39:10!
Το ένα ρεκόρ δηλαδή «κρατάει» εδώ και 30 χρόνια και το άλλο εδώ και 31 χρόνια..!
Έκτοτε ελάχιστες Ελληνίδες αθλήτριες έχουν καταφέρει να σημειώσουν επιδόσεις που κάτω από 2:40..
Είναι προφανές ότι το επίπεδο των μαραθωνοδρόμων μας τα τελευταία 15-20 χρόνια έχει πέσει..
Γιατί όμως; Υποτίθεται ότι όσο περνούν τα χρόνια, όλα γίνονται καλύτερα για τους δρομείς.
Για παράδειγμα σήμερα τρέχουν με απείρως καλύτερα παπούτσια και ρούχα από τότε, έχουν ένα σωρό συμπληρώματα διατροφής, ακολουθούν εξελιγμένα και πολυδοκιμασμένα προγράμματα προπόνησης, έχουν στη διάθεσή τους στους αγώνες ισοτονικά και τζελ ενέργειας, βρίσκουν το ρυθμό τους με ακρίβεια με τα ρολόγια gps, οι αθλητικές εγκαταστάσεις που προπονούνται – παρότι προβληματικές και σε μεγάλο βαθμό παρατημένες – σίγουρα είναι καλύτερες σε σχέση με εκείνες που υπήρχαν πριν το 2000.
Γιατί λοιπόν οι Ελληνίδες και οι Έλληνες μαραθωνοδρόμοι κάνουν χειρότερους χρόνους σε σχέση με τους πρωταθλητές περασμένων δεκαετιών;
Πρόσφατα το συζητούσα με έναν προπονητή στίβου σήμερα και πρωταθλητή στο αγώνισμά του στα 90’s.
«Δεν είμαι βέβαιος αλλά νομίζω ότι τα παιδιά σήμερα δεν έχουν το ίδιο πάθος που είχαν ο Πολιάς, η Πολύζου και οι άλλοι τότε. Τότε όλοι εσείς είχατε πραγματικά λατρεία και εμμονή με το άθλημα. Είσαστε αφοσιωμένοι. Σήμερα νομίζω ότι τα παιδιά που έχουν ταλέντο, δεν μπορούν να αφοσιωθούν με το ίδιο πάθος. Θα πάνε και τη βόλτα τους το βράδυ, θα κάνουν και την παρασπονδία τους κάπου κάπου..», είπα την ταπεινή μου άποψη.
«Δίκιο έχεις αλλά ο κύριος λόγος είναι άλλος. Τότε οι αθλητές έψαχναν τι προπόνηση θα κάνουν για να γίνουν οι καλύτεροι. Είχαν δίψα για αυτό. Σήμερα δυστυχώς σκέφτονται διαφορετικά. Το μυαλό τους μερικοί το έχουν πρώτα στα συμπληρώματα – και δυστυχώς και σε μη αθώα κάποιοι – και μετά στην προπόνηση. Όμως χωρίς προπόνηση δεν πρόκειται να πετύχει κανείς τίποτα. Όσο ταλέντο και να έχει..», μου απάντησε.
Με προβλημάτισε πολύ η απάντησή του γιατί δεν το είχα δει έτσι το θέμα. Όντως έχει βάση το σκεπτικό του.
Για να μην παρεξηγηθούμε, ο άνθρωπος δεν είπε ότι όλοι οι αθλητές μας σήμερα παίρνουν ουσίες.
Και εννοείται ότι δεν καταδικάζουμε τα φυσικά συμπληρώματα διατροφής.
Ωστόσο είναι έντονο το φαινόμενο αθλητές με ξεχωριστό ταλέντο να δίνουν προτεραιότητα στα συμπληρώματα και δευτερευόντως στην προπόνησή τους. Είναι αλήθεια.
Δεν μιλάω για τους ήδη πρωταθλητές. Οι αθλητές που καταφέρνουν να ξεχωρίσουν, έχουν ιδρώσει πολύ τη φανέλα στην προπόνηση.
Οι πρωταθλητές το ξέρουν καλά πως μόνο έτσι γίνεται. Πως μόνο με σκληρή προπόνηση κατάφεραν να πετύχουν και μόνο έτσι θα καταφέρουν να εξακολουθήσουν να κάνουν πρωταθλητισμό.
Μιλάω για εκείνους που θέλουν να γίνουν πρωταθλητές. Για εκείνους που έχουν το ταλέντο αλλά προσπαθούν να πετύχουν το στόχο τους κάνοντας την ανάποδη διαδρομή, ξεκινώντας δηλαδή από τα συμπληρώματα και όχι από την προπόνηση.
Τώρα λοιπόν που το δρομικό κίνημα στην Ελλάδα είναι στα πάνω του, είναι η ευκαιρία να εγκαταλειφθεί αυτή η λανθασμένη νοοτροπία.
Και είναι ευθύνη των προπονητών πρωτίστως και μετά όσων έχουν γνώση και σχέση με τον μαραθώνιο δρόμο να «δουλέψουν» για αυτό!
Ίσως έτσι να έχουμε περισσότερες ελπίδες να δούμε τα επόμενα χρόνια περισσότερα ταλέντα που θα γίνουν τελικά πρωταθλητές και δεν θα μείνουν για πάντα απλώς ταλέντα..
*Ο Νίκος Αρμένης είναι δημοσιογράφος και μαραθωνοδρόμος. Εργάζεται ως πολιτικός συντάκτης στον τηλεοπτικό σταθμό Star και στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων