Περισσότεροι από 15.000 άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο στην Ελλάδα από νοσήματα που σχετίζονται με το κάπνισμα, ενώ εκτιμάται ότι ξοδεύονται 25-30 εκατ. ευρώ ετησίως για τσιγάρα. Οι επιστήμονες μιλούν για διακοπή του καπνίσματος και όχι μετακίνηση σε άλλα καπνικά προϊόντα, τα οποία είναι «εθιστικά και δυνητικά καρκινογόνα» και μάλιστα υπογραμμίζουν ότι τα Ιατρεία Βοήθειας Διακοπής Καπνίσματος που λειτουργούν σχεδόν σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας έχουν από τα υψηλότερα ποσοστά επιτυχίας στην Ευρώπη, λόγω του εξειδικευμένου προσωπικού τους.
Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας (ΕΠΕ) με αφορμή την πρόσφατη Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καπνίσματος (31 Μαΐου), ο αναπληρωτής καθηγητής Καρδιολογίας του ΕΚΠΑ και πρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας, Κωνσταντίνος Τσιούφης, με αφορμή την επικέντρωση των φετινών δράσεων της Παγκόσμιας Ημέρας στη σχέση του καπνίσματος με τις καρδιοπάθειες και άλλες καρδιαγγειακές παθήσεις, τόνισε ότι το κάπνισμα είναι πολύ σημαντικός παράγοντας κινδύνου για την εμφάνιση στεφανιαίας νόσου, ανακοπής, αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου και περιφερικής αγγειοπάθειας. «Παρά το γεγονός ότι είναι γνωστές οι επιβλαβείς επιπτώσεις του καπνίσματος στην υγεία, ένα πολύ μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης αγνοεί ότι το κάπνισμα είναι μία από τις κύριες αιτίες θανάτου από καρδιαγγειακή νόσο» σημείωσε.
Στη σημασία της πρόληψης για τον έλεγχο του καπνίσματος αναφέρθηκε η επίκουρη καθηγήτρια Πνευμονολογίας Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, Παρασκευή Κατσαούνου, επισημαίνοντας ότι «το κάπνισμα αποτελεί ένα χρόνιο νόσημα, το οποίο παρόλο που έχει τη μεγαλύτερη νοσηρότητα και θνητότητα, μπορεί να προληφθεί και να θεραπευτεί». Η κ. Κατσαούνου, μίλησε για αλλαγή της νοοτροπίας του κοινού, «κάνοντας την πρόληψη καθημερινή πρακτική», αλλά και για αλλαγή στάσης των ίδιων των επαγγελματιών υγείας απέναντι στο κάπνισμα.