*Του Στέφανου Καβαλλιεράκη
H επίσκεψη του πρίγκηπα Κάρολου διαδόχου του βρετανικού θρόνου στην Ελλάδα έχει μια τεράστια συμβολική και ουσιαστική σημασία. Επιβεβαιώνει τον παραδοσιακό δεσμό της Μ. Βρετανίας με την Ελλάδα που χρονολογείται από τη σύσταση του ίδιου του Ελληνικού κράτους και πιστοποιήθηκε στα πεδία μαχών δύο παγκοσμίων πολέμων.
Σε συμβολικό επίπεδο όμως έχει ακόμα μεγαλύτερη σημασία αφού δε θα ήταν υπερβολή να πει κάποιος ότι ο Κάρολος επισκέπτεται τη πατρογονική γη αφού ο παππούς του ο πρίγκηπας Ανδρέας ήταν μέλος της ελληνικής βασιλικής οικογένειας, πολέμησε στο Μικρασιατικό μέτωπο, δικάστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο, εξοργίστηκε και η συμπεριφορά απέναντι του στάθηκε η αιτία που η βασίλισσα Ελισσάβετ και ο άντρας της και γιος του Ανδρέα Φίλιππος δεν επισκέφθηκαν ποτέ την Ελλάδα. Ας δούμε τα γεγονότα από την αρχή.
Η δίκη των Εξι ή καλύτερα των Οκτώ με Έξι να καταδικάζονται σε θάνατο απετέλεσε ένα από τα κορυφαία γεγονότα της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας της Ελλάδας. Πρώην πρωθυπουργός, υπουργοί, αρχηγός του στρατού καταδικάστηκαν σε θάνατο ως υπαίτιοι της Μικρασιατικής Καταστροφής το 1922. Στη πραγματικότητα ήταν και ένα από τα πιο δραματικά επεισόδια του μεγάλου σε έκταση Εμφυλίου Πολέμου που είχε ξεκινήσει από το 1915 γνωστός ως « Εθνικός Διχασμός».
Λίγο μετά την καταδίκη σε θάνατο των Χατζηανέστη (αντιστράτηγος), Δημητρίου Γούναρη (πρώην πρωθυπουργός), Νικολάου Στράτου (πρώην πρωθυπουργού), Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη (πρώην πρωθυπουργός), Γεωργίου Μπαλτατζή (υπουργός Εξωτερικών) και Νικολάου Θεοτόκη ( υπουργού στρατιωτικών) ακολουθεί μια άλλη λιγότερο γνωστή δίκη εκείνη του πρίγκηπα Ανδρέα.
Ο Πρίγκιπας Ανδρέας ήταν ο τέταρτος γιος του Βασιλιά Γεωργίου Α και της Βασίλισσας Όλγας. Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 2 Φεβρουαρίου (20 Ιανουαρίου με το παλαιό ημερολόγιο) 1882 και πέθανε στο Μόντε Κάρλο στις 3 Δεκεμβρίου 1944.
Φοίτησε στη Σχολή Ευελπίδων και, όπως τα άλλα τέκνα του Γεωργίου Α΄. Συμπλήρωσε τις σπουδές του στην Γερμανία, έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους ως αξιωματικός τού Ιππικού και στην συνέχεια στην Μικρά Ασία. Τον Ιούλιο του 1921 μετά την κατάληψη του Εσκί Σεχίρ έφθασε ως διοικητής της 12ης μεραρχίας, με το βαθμό του υποστράτηγου, στο μικρασιατικό μέτωπο. Προήχθη αμέσως σε αντιστράτηγο τον Ιούλιο του 1921 πριν την εκστρατεία του Σαγγαρίου. Ως αντιστράτηγος ήταν διοικητής του Β’ Σώματος Στρατού, το οποίο έπρεπε να κινηθεί δια μέσου της Αλμυράς Ερήμου για την κατάληψη της Άγκυρας. Μετά τη λήξη των επιχειρήσεων της αποτυχημένης εκστρατείας Σαγγαρίου-Αγκύρας (Σεπτέμβριος 1921) του αφαιρέθηκε η διοίκηση του Β’ Σώματος Στρατού από τον διοικητή της Στρατιάς αντιστράτηγο Παπούλα «λόγω ανικανότητας και καταφανούς ανεπάρκειας στη διοίκηση μεγάλων μονάδων στρατού». Πριν τη λήξη της Μικρασιατικής εκστρατείας έφυγε από την Μικρά Ασία και επέστρεψε στην Ελλάδα.
Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή και την επανάσταση του Πλαστήρα με διαταγή του Πάγκαλου ο Πρίγκηπας Ανδρέας συνελήφθη στην Κέρκυρα τον Νοέμβριο του 1922 από τον συνταγματάρχη Χρήστο Λούφα και μεταφέρθηκε στην Αθήνα για να δικαστεί στο στρατοδικείο. Είχε προηγηθεί η δίκη και η εκτέλεση των έξι. Στη δίκη που ακολούθησε στις 19 Νοεμβρίου και διήρκησε μόλις μια μέρα ο πρίγκηπας Ανδρέας καταδικάσθηκε σε θάνατο με την κατηγορία της αρνήσεως εκτελέσεως διαταγής του αρχηγού της στρατιάς κατά τις μάχες του Σαγγαρίου το Σεπτέμβριο του 1921. Η απόφαση όμως δεν εκτελέστηκε από την Επαναστατική Στρατιωτική Κυβέρνηση, λόγω μεσολάβησης της βρετανικής κυβέρνησης μέσω του Άγγλου πλοιάρχου Τάλμποτ..
Με παρέμβαση του Πάγκαλου το στρατοδικείο του αναγνώρισε το ελαφρυντικό «της τελείας απειρίας περί την διοίκησιν ανωτέρων μονάδων» και τον καταδίκασε στις 20 Νοεμβρίου 1922 στην ποινή της ισόβιας υπερορίας (εφ’ όρου ζωής παραμονή εκτός των συνόρων της Ελλάδας) και της διαγραφής από το μητρώο των αξιωματικών. Αμέσως μετά την καταδίκη του με τη συνοδεία του συμμαθητή του από τη σχολή Ευελπίδων Πάγκαλου ο οποίος είχε πρωτοστατήσει στην εκτέλεση των Έξι, και του Τάλποτ μεταφέρθηκε στο Φάληρο και αναχώρησε με το βρετανικό αντιτορπιλικό «Καλυψώ». Το πλοίο σταμάτησε στην Κέρκυρα για να παραλάβει την οικογένειά του και μετά κατευθύνθηκε προς την Ιταλία. Στη συνέχεια μαζί με την οικογένειά του έφυγαν για τη Γαλλία και εγκαταστάθηκαν στο προάστιο του Παρισίου, Σαιν Κλού.
Το 1935 αποκαταστάθηκε στον βαθμό του και στη συνέχεια πραγματοποίησε σύντομα ταξίδια στην Ελλάδα.
Νυμφεύθηκε την Πριγκίπισσα Αλίκη στις 6 Οκτωβρίου 1903, αδελφή του Λόρδου Μαουντμπάτεν και απέκτησε τέσσερις θυγατέρες και έναν γιό: τον πρίγκιπα Φίλιππο, δούκα του Εδιμβούργου συζύγου της βασίλισσας Ελισσάβετ. Πέθανε στις 3 Δεκεμβρίου 1944, στο ξενοδοχείο «Μετροπόλ», στο Μόντε Κάρλο, από ανακοπή καρδιάς. Η σορός του μεταφέρθηκε στην Ελλάδα και ετάφη στο βασιλικό κοιμητήριο στο Τατόι.
Ένας ακόμα ιδιότυπος ιστορικός κύκλος που ξεκίνησε από το Σαγγάριο της Μ. Ασίας, συνεχίστηκε με μια περίφημη δίκη , έκλεισε με τον θάνατο του πρίγκηπα Ανδρέα συνεχίζεται με την επίσκεψη του εγγονού του σήμερα στην Ελλάδα.
*Ο Στέφανος Καβαλλιεράκης είναι ιστορικός, Δρ. Μεσογειακών και Ανατολικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου.